Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009

δυο τελείες ψάχνουν για τρίτη.

.

Έψαξα και πάλι για να βρω κάτι που δε μου αρέσει.
Μπήκαμε. Εκεί μέτρησα το χρόνο με ένα ανυποψίαστο μεθυσμένο ποτήρι.
Πέρασε γρήγορα.

Έχω αρκετές μνήμες χαρισμένες που μου έχουν μείνει αμανάτι.
Δε μου λείπουν, απλά νιώθα μια στάλα αίμα, ίσα να χαιδεύει το βλέμα μου.
Πήρα γυαλιά.

Φύγαμε. Στάση για χαιρετισμό και ανοίγω το αυτοκίνητο.
Η μόνη μεταφορά για σήμερα. Καληνύχτα. Σε σκέφτομαι και χέστηκες.
Αλήθεια;

.

τρελός

μα όπως τα δένουν σε τρελό;
υστερόγραφο ίδιο.


Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009

The future

Ιδού η ερώτησή μου: με το πέρασμα του χρόνου αυξάνεται μέσα σου η ευτυχία ή η οδύνη; Μη μου ζητήσεις να καθορίσω αυτές τις λέξεις. Απάντησε γι΄ αυτό που αισθάνεσαι...

Όσο σοφός και δυνατός και αν μπορείς να είσαι, θα αρνηθώ το παράδειγμά σου, αν δεν αυξάνονται μέσα σου και σ΄ εκείνους που σε περιβάλλουν η ευτυχία και η ελευθερία.
Δέξου απεναντίας την πρότασή μου: πάρε σα μοντέλο αυτό που γεννιέται και όχι αυτό που βαδίζει προς το θάνατο. Ξεπέρασε την οδύνη σου και τότε δεν θα αυξηθεί η άβυσσος, μα η ζωή που είναι μέσα σου.

Δεν υπάρχει ούτε πάθος, ούτε ιδέα, ούτε ανθρώπινη πράξη που να μπορεί να αγνοήσει την άβυσσο. Μιλάμε λοιπόν για το μοναδικό πράγμα που αξίζει να μελετηθεί: την άβυσσο και αυτό που την ξεπερνά.

"silo" , humanize the earth

δύο παρά λίγο





Δυο κλικ πιο πέρα σε βλέπω πια. Μόνο.
Δυο κλιπ πιο κάτω είμαστε αγκαλιά. Λίγο ένα.
Δύο.
Ένα καιρό, και μια φορά ... και μετά λένε τι.
Τι να πω; μια φορά κι ένα καιρό, για λίγο ένα.
Δυο παρά λίγο... χρόνια
02.37
πέρασε.

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2009

Τύχη




Για πρώτη φορά μετά από καιρό ξύπνησα νωρίς. Είχα να βγω και δυό μέρες οπότε η βόλτα με το Γεράσιμο είχε ήδη κανονιστεί. Πήγαμε στον κήπο με τις πάπιες. Και τα κρι κρι -που βρωμάνε- και τις λίγες χήνες. Φυσικά μας έπιασε βροχή. Σημείωσα πως ήμουν άρρωστος; Ατυχία.

Τρέξαμε για καταφύγιο στην αίγλη. Δε μας άρεσε μέσα και έξω έβρεχε... Μετά πήγαμε στην όαση! Καθίσαμε, παραγγείλαμε... Λιακάδα! Ωραία τα είπαμε. Λέγαμε για τον μέλλοντα. Γενικά. Τύχη.

Φεύγοντας είχε ποδηλατοδρομία και μετά πάλι σύννεφα. Θυμήθηκα τον Μανώλη και το ποδηλατό μου που έχω ξεχάσει 3 εβδομάδες τώρα. Απολαυστικό πρωινό. Εφαγα και μια ωρολογιακή βόμβα μεταμφιεσμένη σε σιροπιαστό. Ευτυχία.

προ.-

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

Ευχαριστηρίο

Δε ξέρω τι με έπιασε με τη Μάνου σήμερα. Μετά ήρθε και η Νατάσσα στη παρέα...

Και φευγει για το άγνωστο... η νύχτα ... δεν εχει το κλειδί του παραδείσου ... είναι κάτι με μια ασπιρίνη.

Ευχαριστήριο.

Ραντεβού στο κέντρο






Καθημερινή στο κέντρο της Αθήνας. Έχω φτάσει δέκα λεπτά νωρίτερα, ως συνήθως και περιμένω. Κατά πάσα πιθανότητα θα περιμένω κι άλλα δέκα δώρο, γιατί σπάνια είναι στην ώρα του. Αν είχε λίγο παραπάνω κίνηση ή ίσως αν δεν έβρισκα αμέσως πάρκινγκ… Δε ξέρω πως έγινε, σε κάθε περίπτωση και απλά βολτάρω έξω από το σταθμό του μετρό, γεμίζοντας ένα εικοσάλεπτό που προβλέπεται αυστηρά δικό μου με θέα στην Ακρόπολη.

Πάω προς το περίπτερο να πάρω τσίχλες. Πριν λίγο μου τελειωσαν. Προφανώς, δε βιάζομαι ιδιαίτερα και χαζεύω λίγο. Μπροστά μου είναι μια κυρία που κοιτά κάτι καραμέλες. Μια μικροσκοπική κυρία, ηλικιωμένη. Ο περιπτεράς αρχικά ούτε που την κοιτά. Με τα πολλά, αποφασίζει και παίρνει καραμέλες βουτύρου και μαζί κι ένα πακέτο πατατάκια. Δίνει ψιλά. Αγοράζω τις τσίχλες βιαστικά και γυρίζω να φύγω. Δεν έχει κάνει ούτε δέκα μέτρα και σταματά μπροστά σ’ έναν άστεγο ή Junky όπως θα ‘λεγε ο κάθε «κανονικός». Του δίνει τα πατατάκια. Δε την προσέχει κανείς. Πιάνει τη κουβέντα. Χήρα, δυο παιδιά και κατι εγγόνια σε ψιλά, που δε βλέπει συχνά και μια σύνταξη που βλέπει ακόμη πιο σπάνια. Προχωρά σταθερά μετά, περιμένει το φανάρι και περνάει το δρόμο.

Στη πλατεία έχει ινδιάνικη μουσική ή τέλος πάντων κάτι που ετσι διαφημίζεται. Μετά τη σκηνή, πλησιάζω για να περάσει λίγο η ώρα. Έχουν πέράσει αισίως πέντε λεπτά και βάλε. Που και πού ρίχνω καμια ματιά στον άστεγο με τα πατατάκια. Πρώτη φορά αναρωτιέμαι τι ζωή κάνει αυτός ο άνθρωπος. Τι ζωή είχε και κυρίως ποια είναι τα όνειρά του. Περνάμε καθημερινά δεκάδες τέτοιους ανθρώπους. Προσπερνάμε μάλλον, καλύτερα. Στη καλύτερη να νιώσουμε οίκτο. Αυτό είναι το τέλος του δρόμου. Τελειώνει με κέρμα ο συνειρμός, όχι με σκέψη. Πόσο ειρωνικό! Το μόνο που ξέρω είναι πως ο δήμος οργανώνει συσσίτια. Α ναι μωρέ και η εκκλησία …

Το παίρνω λίγο αριστερά, και πέφτω σε πραμάτειες. Ό,τι να ‘ναι! Από αυτοκινητάκια εισαγωγής Πακιστάν μέχρι αφρικάνικες LV. Ζήτω! Αυτό που μ’ αρέσει στους μετανάστες είναι η ειλικρίνεια στο βλέμμα. Έχουν έρθει γεμάτοι ελπίδα και πολλές φορές η δουλειά αυτή τους τη δίνει, ενώ άλλες φορές τους αρέσει. Το καταλαβαίνεις με ένα κοίταγμα. Και τον φόβο επίσης. Είναι να μη δουν μπάτσο και σκούπα. Μένουν δέκα-δέκα πολλές φορές σε γκαρσονιέρες υπόγειες ή δυάρια για να γλιτώνουν χρήματα. Τα άλλα τα στέλνουν στην οικογένειά τους και βάζουν και στην άκρη για να γυρίσουν πίσω και να αρχίσουν κάτι δικό τους. Κάποιοι είναι χριστιανοί, κάποιοι ισλαμιστές και κάποιοι ινδουιστές – όχι ότι είχαν και πολλές επιλογές σε όλες τις περιπτώσεις-. Υπάρχουν, πάλι κάποιοι που επιλέγουν να έρθουν και να μείνουν εδώ. Κάνουν οικογένειες και παιδιά. Παιδιά που δε μπορούν καν να πάρουν την ελληνική υπηκοότητα. Σωστά, είναι διαφορετικοί μωρέ. Δε θέλω ν αγοράσω κάτι. Τις προάλλες μόνο πήρα από αυτές τις χλαπάτσες σε σχήμα παπάκι.

Ξαναφθάνω στην έξοδο του σταθμού και ακόμη τίποτα. Μπαίνω μέσα και ξαναβγαίνω. Κι άλλος κόσμος έχει ραντεβού. Δεν είμαι ο μόνος. Κανονικές ζωές, κανονικοί άνθρωποι σε μια κανονική πόλη, την Αθήνα. Ξέρετε, από αυτούς που δε διαφέρουν με τη πρώτη ματιά. Βλέπω ένα ζευγάρι στο βάθος που έρχεται κατά πάνω μου. Κρατιούνται χέρι χέρι και μου κάνει εντύπωση. Πέφτουν τα πρώτα βλέμματα. Μάλλον πάνε γκάζι. Πέφτουν και δεύτερα. Μάλλον, το νιώθουν γιατί αφήνονται. Μου ‘ρχεται στο μυαλό ο υπέροχος στίχος: «Πρέπει το χέρι σου ν’ αφήνω και απ τον κόσμο μέσα να περνώ». Τόσα χρόνια πριν γραμμένος και ακόμη αφήνουν τα χέρια. Πόσο κρίμα. Οι δυο άντρες πιθανώς να ‘ναι μαζί χρόνια ή να ‘ναι απλά το δεύτερο ραντεβού. Στο μέλλον μπορεί και να θέλουν να ζήσουν μαζί. Να παντρευτούν- όχι σε εκκλησία μη τρομάζεις, πολιτικός θα ναι-. Απλά για να έχουν το ίδιο διακαίωμα με κάθε άλλον, νομική κάλυψη. Ξέρεις τώρα… αηδίες μωρέ.

Ακούω ένα αφηρημένο συγγνώμη. Μια κυρία, μαμά σε καροτσάκι με προσπερνά αφού με έχει χτυπήσει λίγο. Το σπρώχνει ο γιος της. Πρέπει να είναι 18ρης. Μουρμουρίζω αδύναμα: «μα δε πειράζει» και φεύγει χαμογελώντας. Τη βλέπω να φτάνει την άκρη στο πεζοδρόμιο και να θέλει να περάσει απέναντι. Απλά δε μπορεί. Α, όχι τη βοηθά ο γιος της. Παίρνει λίγο χρόνο. Κέντρο Αθήνας, Μοναστηράκι στη πλατεία. Και εδώ είναι τυχερή. Εύχομαι να μη μένει Κυψέλη. Μα τι λέω! Αν έμενε Κυψέλη δε θα μπορούσε καν να βγει. Την έχουν απολύσει πρόσφατα. Η κρίση βλέπεις.

Οι ινδιάνοι μόλις τελείωσαν! Η Αθήνα μοιάζει ένα τεράστιο χωριό. Ο κόσμος της χορεύει. Ο καθένας στο ρυθμό της μουσικής του. Σκουντουφλάμε και πέφτουμε ατσούμπαλα έτσι, πάνω σε άλλους, πληγώνουμε, αγαπάμε και φέυγουμε στο ρυθμό μας. Δείχνουμε σεβασμό, είμαστε συμπονετικοί και φιλόξενοι και κυρίως δεκτικοί σε κάθε τι καινούριο. Ζούμε τη ζωή μας και μόνο τη δική μας με μάτι ανοιχτά και καρδιές γεμάτες και γρήγορες. Προσπεράσεις από δεξιά, αριστερά ή κέντρο. Το άγχος μας πιέζει, η οικονομία πάει από το κακό στο καλύτερο και η ζωή σταματά σε τέσσερις τοίχους, έναν καφέ και μια ή δυο εξόδους το Σαββατοκύριακο.

Ήρθαν όλοι περίπου την ίδια ώρα. Είναι που είχαν ραντεβού, ή για βόλτα. Θα μπορούσε σε όλους ν’ αρέσει το τραγούδι που ακούω. Θα μπορούσαν να μένουν δίπλα μου και να μου χτυπάνε για ζάχαρη, να είναι συγγενείς μου ή να είμαι και εγώ. Και το πιο τρομακτικό για όσους ήδη διαφωνούν μαζί μου, θα μπορούσες να είσαι κι εσύ! Το σίγουρο είναι πως μένουν στην ίδια πόλη. Μια πόλη που ο κόσμος της πραγματικά μπορεί να είναι συμπονετικός, φιλόξενος και ανοιχτός στο καινούριο. Μια πόλη που μπορεί να βελτιωθεί στο να περνά ο κόσμος απέναντι για να συναντά τους άλλους και όχι να σκοντάφτει πάνω τους. Μια πόλη όπου τα ραντεβού θα είναι για να βγαίνεις μαζί με κάποιον. Και τέλος μια πόλη που δε βλέπεις σε αυτή μόνο το παρελθόν σου, αλλά και το μέλλον σου. Αρκεί να έχεις δέκα με είκοσι λεπτά να σταματήσεις από τη κανονικότητα που δεν έχεις, ούτε είχες ποτέ και να σκεφτείς.

Το τραγούδι που άκουγα τελειώνει. Ήρθε με μόνο δεκαπέντε λεπτά καθυστέρηση. Το μετρό άργησε λίγο και ήταν και αυτός ο σκύλος που έφαγε το τετράδιο. Το ραντεβού μου είχε φύγει. Όλα κανονικά.

Φθινόπωρο Δευτέρας





Κατά τη καλοκαιρινή μας συνήθεια βγήκαμε. Δευτέρα. Μας αρέσει γενικά να βγαίνουμε Δευτέρα. Λίγος κόσμος χωρίς υστερίες και πολλές προσμονές, όμορφη ατμόσφαιρα και χαλαρή μουσική. Ενίοτε, σχεδόν άδειο μαγαζί, αλλά δε μας πειράζει.

Η ώρα δέκα. Έφτασα νωρίτερα και έπιασα τραπέζι έξω στο κήπο, δίπλα στη γωνία. Δύο καρέκλες αυτή τη φορά, είχα και μπουφάν. Μισό καλοκαίρι περάσαμε εκεί. Γεμάτο προσμονές και σενάρια. Σχεδιάζαμε το φθινόπωρο και το χειμώνα μας, όλοι μαζί και καθένας χώρια. Δεν πολύ-κοίταζα εκτός καταλόγου μη και παρασυρθώ και δημιουργήσω. Ήρθαν και οι υπόλοιποι. Υποπτεύομαι ότι είχαν πιει ήδη. Tο αρνούνται βέβαια, αλλά δε τους πιστεύω.

Στα κλασικά μείναμε, τιμής ένεκεν για το καλοκαίρι που αποχαιρετούσαμε σιωπηρά. Φωναχτά μιλούσαμε για τη βδομάδα μας. Και για το φθινόπωρο και τι δε μας βγήκε, τι δε μας δούλεψε. Σχέδια δε πολύ-κάναμε. Μάλλον τα σχέδια τα φτιάχνουμε πριν. όταν βγαίνουμε και πίνουμε απλά σκεφτόμαστε τρόπους να τα αναβάλουμε. Καλούς τρόπους εννοώ. Και με κάθε επιφύλαξη απέναντι στην αισιοδοξία μας.

Στο δεύτερο μπουκάλι – ε έξι άτομα ήμασταν μη μας περάσετε και για μπεκρήδες- σκάνε τα πρώτα φωτορυθμικά με θεϊκή εντολή. Και δεύτερα, και τρίτα. Η κουβέντα βρίσκεται εκεί που πάντα ήταν: στις σχέσεις των ανθρώπων. Τις δικές μας κατ’ επέκταση. Τις λούζουμε με τις πρώτες ψιχάλες και τρέχουμε να ξαναπιάσουμε τραπέζι μέσα. Διαφορετική διαρρύθμιση, πιο συνεπής μέσα. Όλα πρέπει να είναι πιο καθαρά και σε μια τάξη. Εμείς χύμα, καλοκαιρινοί. Σώσαμε και όλα μας τα ποτήρια και το τρίτο μπουκάλι – τώρα γινόμαστε λίγο μπεκρηδες οκ. Αλλά ολόκληρο καλοκαίρι θρηνούμε.

Βέβαια τώρα είμαστε δίπλα στη dj, που είναι καλή κοπέλα και πολύ υπομονετική, και πέφτει το ένα τραγούδι μετά το άλλο. Το ίδιο και οι σκέψεις πλέον… Το αλκοόλ – ήρθαν και κάποια σφηνάκια στο ενδιάμεσο και άλλοι τρεις φίλοι μας- βοηθά στο να μη κρατιόμαστε. Η φαντασία είναι μάλλον το μεγαλύτερο εφόδιο του ανθρώπου στο δρόμο για την ευτυχία και τη δυστυχία και όταν αφήνεται ελεύθερη, είναι μάλλον λογικό να νιώθεις λιγάκι και από τα δύο. Μελαγχολία.

Ο χρόνος δεν είναι ο ίδιος αν τον μετράς σε Δευτέρες. Αλλάζει, γιατί στο ενδιάμεσο έχεις αλλάξει. Και έχεις σκεφτεί, ονειρεύτει, πιεί, ξεχάσει και κυρίως μετρήσει. Μέτρησα πολλές καλοκαιρινές δευτέρες και πριν από αυτές ανοιξιάτικες. Δε θυμάμαι πολύ καλά να σας πω πως ήταν. Ήμουν και μόνος μου και το μέτρημα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πιο δύσκολο. Με παρέα ο χρόνος είναι διπλός. Βέβαια αν τον μετράτε μαζι φαίνεται μισός. Αστείο. Χορεύαμε μέσα στο μπαράκι, πλάκα είχε. Το τραγούδι το είχαμε αρχίσει ώρες πριν. Αλίμονο, είχαμε και επαγγελματίες μαζί.

Η ώρα τρεις. Τρεις και κάτι. Λίγο. Ένα απλό αντίο, σε ένα βράδυ δευτέρας που έγινε τόσο ιδιαίτερο και γεμάτο με μια όμορφη μελαγχολία, στη προεκλογική Αθήνα. Είχε βρέξει.

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2009

Τελικά.




Πολύ περίεργο πράγμα η αναβολή. Και το αύριο και το χρώμα. Α και η σωτηρία της ψυχής, με όλες τις λέξεις άγνωστες. Στο πράσινο τετράδιο, της αντιγραφής. Εμένα το λευκό μου θυμίζει αύριο, τελικά. Αύριο θα το βάψω. Τελικά.

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2009

Τα πρώτα δέκατα.




Είναι τόσο αισιόδοξο σε περιόδους φόβου και κρίσης να προσφέρεται μια φωτεινή διέξοδος, μια χαραμάδα ελπίδας. Με τούτα και με κείνα΄: λίγο η κρίση, λίγο οι φωτιές, λίγο οι γρίπες ήμασταν κομματάκι «το βγάζουμε δε το βγάζουμε το φθινόπωρο». Αυτό φυσικά μέχρι την έκθεση Θεσσαλονίκης όπου προφανώς μετά την εξαγγελία του πρωθυπουργού όλοι και όλες είδαμε με άλλο μάτι το μέλλον…

Βέβαια όταν το καλοσκέφτομαι είναι λίγο επανάληψη η όλη κατάσταση, τουλάχιστον τα τελευταία 10 χρόνια που τη ψιλό-παρακολουθώ. Λίγο σκάνδαλα, -είτε ροζ, είτε μπεζ, είτε μοβ-, λίγο φωτιές, αρκετή οικονομία (εξαγγελίες για δύσκολα χρόνια) και μετά εκλογές. Τι από τα δύο να διαλέξω, το πρασινάκι ή το μπλεδάκι. Άααα, συγγνώμη βγαίνουν και σε άλλα χρωματάκια «κομματάκι» μικρότερα.

Ειλικρινά, προσωπικά έχω πολύ σοβαρές δυσκολίες επιλογής. Οι μεν τα έχουν κάνει χάλια, όπως και οι δε. Δε θα μπω σε λεπτομέρειες. Σε κάθε περίπτωση το πλέον εκνευριστικό σε αυτή τη κατάσταση είναι η υποκρισία. Κάνουμε οικονομία, αλλά τα έπιπλα όλα χειροποίητα σου λέει… Ναι αυτά δίπλα στο σκρίνιο της γιαγιάς που έχουμε κρατήσει. Είναι οικογενειακό το θέμα.
Το κοκκινάκι ούτως ή άλλως έχει θέσεις που αρμόζουν σε μεσαίωνα για σοβαρά κοινωνικά θέματα – μα οι ομοφυλόφιλοι παράγωγο της καπιταλιστικής κοινωνίας, ας σοβαρευτούμε -. Πάνω στην LCD ένα σεμεδάκι της άλλης της γιαγιάς. Όσο για την εναλλακτική προσέγγιση είναι τόσο εναλλακτική που δεν έχει θέσεις. Δυο καρεκλίτσες ΙΚΕΑ στη καλύτερη. Σε περίπτωση που έρθουν φίλοι. Για το Πατρίς-Θρησκεία- οικογένεια δεν έχω σχόλια, ούτε και έπιπλα. Είμαι βέβαιος όμως πως οι νέες απόπειρες μεταγραφών είναι απόλυτα σε θέση να υποστηρίξουν τις βασικές αρχές του κόμματος με περίσσεια χάρη.

Στις παρέες, κάτι που πραγματικά μπορώ να μεταφέρω, είναι η παντελής αδιαφορία. Η πολιτική ζωή δεν αφορά γιατί έτσι βολεύει. Όσο τα πράγματα είναι ακόμη ανεκτά στη καλύτερη η συζήτηση να φτάσει μέχρι το σημείο του αν η αποχή είναι πολιτική πράξη και ότι δεν αποτελεί λύση. Ααα και να ψηφίζουμε μικρά κόμματα. Γκρι σπίτι με την παραπάνω διαρρύθμιση και μας μάρανε το μπαλκόνι με λίγα λόγια.

Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, δεν αμφισβητούμε τίποτα. Κατά τη γνώμη μου ουσιαστική πολιτική πράξη είναι αυτή που ξεκινά με τη σκέψη. Αυτή που ξεκινά από τη δική μου ζωή και συμπεριφορά και περιλαμβάνει τελικά κάθε έκφανση, κάθε ανθρώπου στη κοινωνία που ζούμε. Το βασικό θέμα είναι πως είτε επιχειρηματίες, είτε πολιτικοί είτε πολίτες -μεροκαματιάρηδες ή άνετοι επαγγελματίες- περιορίζουμε την ελευθερία και κατ΄ επέκταση την πολιτική στα «δικά μας» μικρά και ενίοτε τόσο ηλίθια συμφέροντα. Ουδέποτε καταλάβαμε από την ιστορία μας ως άνθρωποι ότι η εξέλιξη δε μπορεί να είναι ποτέ μόνο ατομική, αλλά συνολική. Οπότε θα είχε ενδιαφέρον οι όποιες επιλογές και αμφισβητήσεις να γίνονται με βάση αυτή τη σκέψη και ένα μέλλον που θα ανήκει σε όλους και όχι σε ένα 10, 40, 50 ή 90 τα εκατό, αναλόγως ψαλίδας. Άλλωστε η πραγματική ελευθερία απαιτεί πρώτα απ’ όλα να απελευθερωθούμε από τους φόβους μας για το μέλλον, γιατί αλλιώς η ανόητη αίσθηση ασφάλειας μας εγκλωβίζει πάντα σε ίδιες επιλογές με μόνο δείγματα ελπίδας. Όχι ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα, αλλά ότι απλά δε θα πάνε χειρότερα.




http://issuu.com/metropolisnews/docs/metropolis_weekend_37/34

the eternal... knot

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

Editorial Antivirus - Αύγουστος 2009



Το καλοκαίρι αυτό κύλησε κάπως περίεργα. Μάλλον, δε κύλησε. Νιώθω σα να το τραβήξαμε για να ‘ρθει κι αναρωτιέμαι για πόσο ακόμα θα μας τιμάει. Εδώ δε θα μπω στα κλισέ και αναμενόμενα για την προστασία του πλανήτη. Τώρα που έγιναν της μόδας τα θυμόμαστε όλοι να τα παπαγαλίζουμε, αλλά στη παραλία πετάμε ότι βρούμε, απλά και μόνο για να μας θυμούνται οι επόμενοι.

Αυτά πάλι που όσο και να προσπαθούμε δε μπορούμε να τα ξεφορτωθούμε μας θυμίζουν σε κάθε βoυτιά, κάθε ψίθυρο, κάθε φθινοπωρινο αεράκι ή υποψία ελπίδας πως είναι παρόντα. Πληγές σε ταξιδάκια αναψυχής με mp3 λόγω εξέλιξης, αλλά το συναίσθημα το ίδιο και πάντα μπάστακας.

Το μυαλό μας είναι τόσο αστείο και περίεργο όσο και η ζωή μας. Οι επιλογές που κάνει για τη μνήμη είναι τόσο “ανυποψίαστες”. Και εμείς μεγαλώνουμε υποψιασμένοι για όλα τα υπόλοιπα. Καμιά φορά πάνω σε κανα φαγητό πετάμε και κανα βαρύγδουπο και ξεγελάμε την άγνοιά μας.

Ετσι, μας βγήκε αυτό το τεύχος για να αποχαιρετήσουμε το καλοκαίρι και να καλοσωρίσουμε το φθινόπωρο. Ελπίζω να το βρείτε όσο αστείο και περίεργο θα θέλατε.

www.avmag.gr
Γιάννης

ξύπνημα





Το πρωί ξυπνάς κατά τις επτά. Μέχρι να ανοίξει το μάτι φτάνει και μισή. Καλές οκτώ ανοίγουν και τα δύο και έχεις μισή ολόκληρη ώρα για να βρεθείς στη τάξη. Και πάει στο καλό να ξεκινάς με καμιά γυμναστική και κατ’ επέκταση να σουλατσάρεις στο προαύλιο – συγγνώμη αλλά πρώτη ώρα γυμναστική τι να κάνεις; Σιγά μη τρέχεις πάνω κάτω-. Αν πάλι αρχίζει η μέρα σου με αρχαία; Ακολουθείς πιστά το πρόγραμμα, δεδομένου πως δεν έχεις και ιδιαίτερες επιλογές. Άντε να το διανθίσεις με κανα ερωτικό, κοπάνα ή κάπνισμα.

Μπαίνοντας λύκειο η ώρα που ξυπνάς δεν αλλάζει, όπως και πολλά άλλα πράγματα ουσιαστικά. Βρίσκεσαι στα ίδια, με πολύ περισσότερο ψυχαναγκασμό. Η μεγάλη στιγμή των εξετάσεων για το πού θα περάσεις πλησιάζει απειλητικά. Και όσο πλησιάζει τόσο αφηνιάζουν εναλλάξ μανούλα, πατερούλης, θεία, θείος, μακρινά ξαδέλφια και λοιποί αγαπητοί συγγενείς που περιμένουν από ‘σένα ότι τους κατέβει στο κεφάλι. Είσαι από ιδιαίτερο σε ιδιαίτερο με διάλειμμα για γαλλικά, πιάνο, μπαλέτο ή μπάσκετ και treat of the day λίγο κάψιμο στο ιντερνετ. Η αλήθεια είναι πως τα έχεις δει όλα. Ή αν όχι όλα, αρκετά, μην έχεις και έπαρση.

Ξημερώνει η Τρίτη λυκείου και ανάλογα το σύστημα που φοριέται περισσότερο εκείνη τη περίοδο, προετοιμάζεσαι να δώσεις από 4 ως 14 μαθήματα. Εξετάσεις αίματος, για να δεις αν χρειάζεσαι βιταμίνες και προ-παραγγελίες στο ΙΚΕΑ. Εκτός και αν είσαι από δαύτους που η ακαδημαϊκή καριέρα δε σου ταιριάζει και προσπαθείς –ατσούμπαλα ενίοτε η αλήθεια είναι- απλά να αντιδράσεις. Φτου κακά! Μα πώς γίνεται να μη θες να γίνεις μεγαλοδικηγόρος, γιατρός ή διευθυντής εταιρίας και να είσαι ευτυχισμένος με τα αυτοκίνητα και τις γκόμενες ή τους γκόμενους αγκαζέ με χιλιάδες ευρούδια; Πως γίνεται να μην επιθυμείς κάτι που προβάλλεται από παντού και που στη καλύτερη θα αποκτήσεις μετά από 10 χρόνια και σε νοιάζει μόνο ότι είσαι ερωτευμένος. Ναι, τρία θρανία μπροστά κάθεται ή και δίπλα σου. Χέρι, χέρι και ελπίζεις.

Περνάς πανεπιστήμιο! Χα, η ώρα του θριάμβου σου! – τώρα αυτό το μου , σου , τους μη το δένουμε και σκοινί κορδόνι- Ξυπνάς λίγο πιο χαλαρά μετά τις πρώτες μέρες στη σχολή και το αρχικό άγχος. Παρακολουθείς ανελλιπώς τα μαθήματα σε όλο το πρώτο έτος. Κάποια είναι βαρετά, την αλήθεια να τη πούμε. Έτσι, που και πού έχεις το ελεύθερο να πηγαίνεις για κανα καφέ. Πιθανώς εδώ είναι το σημείο που το «ελεύθερο», απελευθερώνεται! Στο δεύτερο έτος ξυπνάς κατά τις 12. Μετά το χτεσινό ξενύχτι που να ξυπνήσεις νωρίτερα. Ας είμαστε σοβαροί. Μετά το δεύτερο καφέ αρχίζεις και αμφιβάλεις κιόλας λίγο για το τι θες. Όχι αν ήταν εντάξει οι επιλογές σου. Αλλά γιατί τις έκανες. Και ποιες ακόμη θα κάνεις. Βλέπεις έχεις μεγαλώσει λίγο και σου επιτρέπεται να επιλέγεις πιο άνετα. Ακόμη και να μην επιλέγεις.

Βγαίνεις και καίγεσαι στο pc. Περνάς ώρες χωρίς να κάνεις τίποτα και τελικά σε κάποια χρόνια παίρνεις το πολυπόθητο πτυχίο σου. Αυτό είναι «σου, εντάξει. Και μετά πρέπει να διαλέξεις όλα τα υπόλοιπα «σου» , είτε ήσουν καλός ή κακός μαθητής, είτε έκανες ή όχι κοπάνες, είτε πέρασες με τη μια ή όχι, και είτε τελείωσες σε 4 ή 10 χρόνια. Θα περάσεις εξετάσεις ή όχι, δεν έχει σημασία πια. Σημασία απλά έχει το γιατί επιλέγεις. Πάντα αυτό είχε, και καλό είναι πριν πεθάνει κανείς είτε γιατρός, είτε διευθυντής, είτε μια οποιαδήποτε γκρίζα φιγούρα σε μια βροχερή μέρα να έχει πριν, ζήσει.


www.metropolisnews.gr